Αναπαλαιωμένα προσφυγικά σπίτια της Ν. Ιωνίας

Οι πρώτες συνοικίες στη Νέα Ιωνία


Η ζωή των προσφύγων... πώς ένας οικισμός εξαθλιωμένων προσφύγων μεταλλάσσεται σε υπερτοπικό βιομηχανικό κέντρο και κυψέλη πολιτιστικής δημιουργίας


Ως γενέθλια ημερομηνία της Νέας Ιωνίας έχει καθιερωθεί να αναφέρεται η Κυριακή, 27 Ιουνίου 1923. Αυτή τη ζεστή καλοκαιρινή μέρα, αμέσως μετά το σχόλασμα της εκκλησίας, παράγκας τότε, των Αγίων Αναργύρων, εκατοντάδες ξεριζωμένοι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας έσπευδαν να προϋπαντήσουν στην είσοδο του συνοικισμού, εκεί στη διασταύρωση Ηρακλείου και Ελ Αλαμέιν (στον τροχονόμο), τον αρχηγό της επανάστασης, συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα, που είχε καταργήσει την τελευταία κυβέρνηση, η οποία ευθυνόταν για την Μικρασιατική Καταστροφή. Ο αρχηγός έφτανε επικεφαλής κορυφαίων μελών της κυβέρνησης: του πρωθυπουργού Στυλιανού Γονατά, των υπουργών Σ. Δοξιάδη και Γ. Σιδέρη αλλά και του θερμού φιλέλληνα, παλιού πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Πόλη, ο οποίος προοριζόταν ήδη για πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (Ε.Α.Π), του Ερρίκου Μαρκεντάου.


Σκοπός αυτής της επίσκεψης ήταν η θεμελίωση μιας προσφυγικής συνοικίας, που προοριζόταν να στεγάσει χιλιάδες ξεριζωμένους πρόσφυγες από τη Σπάρτη της Πισιδίας, τη Σμύρνη, τα Βούρλα, την Αλάια, κι ακόμα τη Σαφράμπολη, την Ινέπολη, την Νεάπολη, που ήρθαν με το πρώτο κύμα των προσφύγων και μέχρι τότε είχαν εγκατασταθεί εδώ και εκεί, σε σταθμούς, θέατρα, κοινόχρηστους χώρους, επιταγμένα κτίρια κ.λ.π. Μπροστά πήγαινε ο ιερέας, ο επιλεγόμενος Μωυσής των Πισιδών, ο Παπαϊωακείμ Πεσμάτζογλου, που του είχε ζητηθεί να τελέσει τον αγιασμό των εγκαινίων, λίγο πιο πάνω από την είσοδο της πόλης, εκεί, στη διασταύρωση των σημερινών οδών Ηρακλείου και Κ. Βάρναλη, όπου είχε στηθεί ανθοστολισμένη εξέδρα στρωμένη με χαλιά.
Ο συνοικισμός έφερε ένα όνομα από το βαθύ βυζαντινό παρελθόν του χώρου, το όνομα "Ποδαράδες". Ήταν το όνομα μιας σημαντικής οικογένειας, η οποία κατείχε τα κτήματα, της οικογένειας των Ποδαράδων ή Πλατυπόδων.

Καλή η ιστορία, αλλά τώρα χιλιάδες Μικρασιάτες πρόσφυγες εγκαθίστανται σε μιαν ακατοίκητη όσο και στενόχωρη γη, χωρίς ορίζοντα, χωρίς θάλασσα, με πολλούς μικρούς και μεγαλύτερους λόφους γύρω - γύρω. Θα ήθελαν πρώτα από όλα τουλάχιστον να δώσουν το δικό τους στίγμα, για να τους θυμίζει την πατρίδα τους με ένα καινούριο όνομα. Μετά τον αγιασμό, ο Παπαϊωακείμ πρότεινε εύλογα το "Νέα Σπάρτη", όμως τελικά συμφωνήθηκε ο τόπος να ονομαστεί "Νέα Πισιδία", όπως είχε αντιπροτείνει ο Πλαστήρας. Αυτό λαξεύτηκε σε έναν ακρογωνιαίο λίθο, που τοποθετήθηκε σε τάφρο. Γρήγορα, στόμα με στόμα, πιθανώς για λόγους μεγαλοσχημοσύνης, επικράτησε το "Νέα Ιωνία", από την περιοχή της Μικράς Ασίας "Ιωνία". Η ονομασία αυτή ήταν βέβαια αδόκιμη νοηματικά, καθώς ουδεμία σχέση είχε με τους Σπαρταλήδες, οι οποίοι ζούσαν σε ηπειρωτική περιοχή εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα.


Τι ήταν λοιπόν αυτή η "Νέα Ιωνία" του 1923, ή έστω, οι "Ποδαράδες" του 1923; Δεν είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς. Ήταν μια απέραντη παραγκούπολη, μια πολιτεία σκηνιτών, με πληθυσμό να ανέρχεται στους 12.000 οικιστές, οι οποίοι διαβίωναν κάτω από άθλιες συνθήκες. Δρόμοι δεν υπήρχαν, ελάχιστο το καθαρό νερό πηγής, ηλεκτρικό φως ανύπαρκτο σχεδόν, συγκοινωνίες υποτυπώδεις πέραν ενός εξαιρετικά βραδυπορούντος ατμοκίνητου τρένου, του περιβόητου "Θηρίου της Κηφισιάς", λάσπες παντού, αρρώστιες σε έξαρση με τη φυματίωση να έχει εξαπλωθεί ευρέως στην περιοχή, έλλειψη των στοιχειωδών μέσων βιοπορισμού και, πάνω από όλα, τσακισμένο ηθικό, αφού οι περισσότεροι είχαν φτάσει ρακένδυτοι, με την φωτιά στα μάτια, στερημένοι προστατών και στενών συγγενών (έφταναν το 40% τα ορφανά πατρός παιδιά), αφού οι μισοί άνδρες είχαν αφανιστεί στην καταστροφή και στην εξορία των "ταγμάτων εργασίας". Μια κοινωνία εξαθλιωμένων προσφύγων, οι οποίοι έστρεφαν ακόμα το βλέμμα στην Ανατολή, πιστεύοντας ότι κάποια μέρα θα επέστρεφαν και πάλι στην πατρίδα τους.

Η κα Ρέα Χριστοπούλου, σε απόσπασμα του βιβλίου της αναφέρει:
"Η εγκατάσταση των προσφύγων στους Ποδαράδες (σήμερα Ν. Ιωνία), δεν ήταν τόσο εύκολη, καθώς οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Τα συναισθήματα ποικίλα, όπως φόβος, αγωνία για το τι θα αντιμετωπίσουν στο νέο μέρος, απογοητευμένοι για την καταστροφή της περιουσίας τους και ολόκληρης της ζωής που είχαν εκεί. Ένοιωσαν πως έχασαν τη γη κάτω από τα πόδια τους! Οι κατοικίες τους ήταν αρκετά μικρές και τα οικιακά εργαλεία πρωτόγονα. Βρίσκανε νέους τρόπους εκμάθησης, προμήθευσης του ρουχισμού τους και νέες ασχολίες για να ψυχαγωγηθούν. Η δυσχερής επιβίωση τους επέβαλλε να έχουν στενές σχέσεις μεταξύ τους. Ο ένας υποστήριζε και βοηθούσε τον άλλο, αλλά και ο ένας συμπλήρωνε τις ανάγκες του άλλου, όχι μόνο υλικών αγαθών, αλλά και γνώσεων. Δηλαδή συνάπτανε στενούς δεσμούς αγάπης και φιλίας μεταξύ τους."

Ποιοι ακριβώς όμως ήταν οι πρόσφυγες; Ποια η καταγωγή τους, η κοινωνική τους διαστρωμάτωση, τα οικονομικά χαρακτηριστικά τους, τα μορφωτικά τους εφόδια και ποιες οι πολιτισμικές τους καταβολές; Ήταν πρόσφυγες με ένα κοινό χαρακτηριστικό: την ελληνορθόδοξη ταυτότητα τους, αλλα διαφορετικής κοινωνικοπολιτισμικής διαστρωμάτωσης.
Θα τους χωρίζαμε σε δυο μεγάλες ομάδες:
α) Τους λεγόμενους αστούς πρόσφυγες, αυτούς δηλαδή που προέρχονταν από μικρότερες ή μεγαλύτερες πολιτείες και στην πατρίδα τους ήσαν κυρίως έμποροι, επιχειρηματίες, υπάλληλοι, τεχνίτες, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί και εργάτες και
β) Τους μη αστούς, δηλαδή τους προερχόμενους από περιοχές που οι κάτοικοι τους είχαν ως κύριες ασχολίες τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία, χωρίς βέβαια κι εδώ να λείπουν, αν και σε μικρότερο βαθμό, αυτοί που ασκούσαν άλλα επαγγέλματα.

Με την ισχυρή αριθμητική παρουσία των Σμυρνιών, των Σπαρταλήδων και των Κωνσταντινουπολιτών, είναι σαφές ότι η πρώτη κατηγορία υπερίσχυε. Με την εξαίρεση ίσως των Σμυρνιών και των Ποντίων, οι οποίοι διαχύθηκαν σε όλο το συνοικισμό, όλοι οι άλλοι, κατά τρόπο υπερβαίνοντα τάξεις, επαγγέλματα, οικονομική και κοινωνική κατάσταση, μορφωτικό επίπεδο κλπ, γρήγορα συσπειρώθηκαν γύρω από τους προύχοντες των κοινοτήτων τους στην Ανατολή, και οργανώθηκαν σε γειτονιές - συνοικίες. Τη Σαφράμπολη, τη Νεάπολη, την Ινέπολη. Οι ιδρυτές Σπαρταλήδες κατοίκησαν στο λεγόμενο "Ιστορικό Κέντρο", μαζί με το μεγαλύτερο κομμάτι των Σμυρνιών. Ωστόσο, οργανώθηκαν τρεις ακόμη συνοικισμοί: η Ελευθερούπολη (με κυρίαρχη την παρουσία των Βουρλιωτών, των Σμυρνιών και των ανθρώπων από τα προάστια της πρωτοπολιτείας), η συνοικία "Κομμάτι του Λαζάρου", όπου εγκαταστάθηκαν οι Αλαγιώτες, και αυτή του "Περισσού", που συγκροτήθηκε τελευταία και με κάπως καλύτερες συνθήκες ως προς τους ελεύθερους χώρους, της οποίας ο πληθυσμός ήταν ανάμεικτος. Διάσπαρτοι στην πολιτεία ήταν - όπως προαναφέρθηκε - αυτοί οι Πόντιοι και οι Κωνσταντινουπολίτες, που αναγκάστηκαν να προσφύγουν στην Ελλάδα πριν ακόμα από την ανταλλαγή των πληθυσμών.


Για την συνοικία των "Ποδαράδων" το όνομα "Νέα Ιωνία" θα αρχίσει να χρησιμοποιείται περίπου 3-4 χρόνια αργότερα. Εκείνη την εποχή υπαγόταν διοικητικά στο Δήμο Αθηναίων κι εκτεινόταν στα σημερινά περίπου όρια του Δήμου Ν. Ιωνίας (αφού στην πορεία θα επεκταθούν προς την πλευρά του Ηρακλείου και από το ύψος του Μιρουάρ θα φτάσουν στην οδό Ιφιγένειας). Δεν περιλάμβανε την Καλογρέζα και την Αλσούπολη. Προσφυγούπολη ουσιαστικά κι η Καλογρέζα, που ενώ τότε ήταν ένας μικρός οικισμός με 20 κατοίκους, θα φτάσει να αριθμεί 2.500 - 3.000 πρόσφυγες προερχόμενους από το Ικόνιο, τα δυτικά παράλια, την Αττάλεια, τη Σπάρτη, τον Πόντο, τη Σμύρνη, την Πόλη κ.λ.π. Ως το κλείσιμο της 10ετίας του '20, θα μπορούσε κανείς να πει ότι στη Ν. Ιωνία είχαμε μια σπουδή στην οργάνωση του χάους. Καθημερινό τρέξιμο εδώ κι εκεί για μια δουλειά, ένα μεροκάματο αγώνας για την όποια στέγαση, έστω και με κατάληψη νεοανεγειρομένων κατοικιών που αρχικά παραχωρούνταν με ενοίκιο ή μακροχρόνιες δόσεις, έντονα προβλήματα προσαρμογής, καθώς πολλοί κάποτε εύποροι ή απλά νοικοκύρηδες άνθρωποι περιθωριοποιήθηκαν και μεταπήδησαν στο εργατικό προλεταριάτο, εκτός κι αν γνώριζαν μια ιδιαίτερη τέχνη να ασκήσουν ή αν είχαν τα μέσα να ανοίξουν μαγαζί. Ταυτόχρονα όμως και μετά το πρώτο σοκ, όρθιες οι ψυχές. Αντίδραση και κινητικότητα για να οργανωθούν θεσμοί τοπικής αυτοδιοίκησης στα πρότυπα σχεδόν αυτών των πατρίδων της Ανατολής, να κτισθούν εκκλησίες (ήδη μέσα σε 2-3 χρόνια υπήρχε, έστω ως παράγκα στην αρχή, εκκλησία σε κάθε συνοικία, στο όνομα συνήθως του πολιούχου του τόπου καταγωγής (Άγιος Ευστάθιος για τους Νεαπολίτες, Άγιος Στέφανος για τους Σαφραμπολίτες, Παναγίτσα για τους Ινεπολίτες, Άγιοι Ανάργυροι για τους Σπαρταλήδες κ.λ.π), να ανεγερθούν σχολεία, αφού οι Μικρασιάτες αγαπούσαν την εκπαίδευση (ένα μεγάλο στο κέντρο, ένα δεύτερο λίγο αργότερα στην Ελευθερούπολη, σχολεία παράγκες στη Σαφράμπολη και την Καλογρέζα κ.λ.π.), να γίνει νοσοκομείο, το πρώτο δημόσιο ιατρείο (το κατοπινό περήφανο νοσοκομείο της Αγίας Όλγας), να αναπτυχθούν συγκοινωνίες, ύδρευση και φωτισμός. Μια αυτοοργάνωση γεμάτη πάθος. Ήθελαν με μιας να ανατρέψουν την τύχη τους, καθώς κατάλαβαν τελικά πως γυρισμός δεν υπήρχε.